“ΝΟΜΙΚΟΣ” ΦΕΜΙΝΙΣΜΟΣ

Από την: Ειρήνη Κουδουνάκου

Το δίκαιο συνιστά μια συνεχώς μεταβαλλόμενη οντότητα, που επηρεάζεται σημαντικά από τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής του. Σήμερα έχει φτάσει στο εξελικτικό σημείο, όπου, όσον αφορά τις έμφυλες σχέσεις, το δίκαιο αναγνωρίζει την γυναίκα ως “ίση προς τον άνδρα”. Αυτό συνέβη, μετά από πολύχρονους αγώνες του φεμινιστικού κινήματος, ανακινούμενους από μια εποχή κατά την οποία τα δύο φύλα απείχαν πολύ από την ισότητα. Δεν υπάρχει, λοιπόν, αμφιβολία ότι σήμερα έχει κατοχυρωθεί νομικά η τυπική ισότητα των φύλων, καθώς οι άνδρες και οι γυναίκες υπάγονται ακριβώς στο ίδιο καθεστώς δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.

Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα: γιατί μιλάμε ακόμα για “φεμινιστική προσέγγιση του δικαίου”; Έχει γίνει πλέον εμφανές ότι το αίτημα της ισότητας δεν έχει πληρωθεί όσον αφορά τις κοινωνικές σχέσεις, κάτι που αποδεικνύει μεταξύ πολλών άλλων και το πρόσφατο ξέσπασμα στην Ελλάδα του κινήματος καταγγελιών σεξουαλικής παρενοχλήσεως (#metoo), το μισθολογικό χάσμα, η προσκόλληση σε παραδοσιακούς έμφυλους ρόλους. Πως σχετίζεται, όμως, το δίκαιο;

Σύμφωνα με την “φεμινιστική” ερμηνεία του δικαίου, τα ατομικά δικαιώματα, ως έχουν, αγνοούν τις συνθήκες διαβίωσης και τις ανάγκες της σύγχρονης γυναίκας. Πρόκειται, με λίγα λόγια, για μια “ανδροκεντρική” δικαιική αντίληψη σύμφωνα με την οποία σημείο αναφοράς είναι το άρρεν φύλο (“ίση προς τον άνδρα”). Αυτή η αντίληψη δεν λαμβάνει υπόψη την διαφορετική κοινωνικοποίηση ατόμων διαφορετικού φύλου. Η φεμινιστική ερμηνεία αυτή έχει δεχτεί έντονη κριτική, επειδή αντικρούει την κρατούσα θεωρία ότι το δίκαιο πρέπει να είναι “άφυλο” και ουδέτερο.[1] Ενόψει, όμως, των ζητημάτων έμφυλης βίας και ανισότητας που συνεχίζουν να υφίστανται στον 21ο αιώνα, τα ψεγάδια του δικαιικού συστήματος πρέπει τουλάχιστον να εξεταστούν υπό μια φεμινιστική σκοπιά. 

Καταρχάς, όταν θέλουμε να εξετάσουμε την θέση της γυναίκας μέσα σε ένα σύστημα δικαίου, πρέπει να ξεκινήσουμε από την ίδια την δημιουργία του συστήματος αυτού. Το πρώτο, λοιπόν, ερώτημα είναι: πως επηρέασε την επιστήμη του δικαίου η, από της απαρχές της, απουσία των γυναικών; Οι γυναίκες μέχρι (σχετικά) πρόσφατα δεν συμμετείχαν στην σύνταξη συνταγματικών χαρτών, ούτε εκτελούσαν καθήκοντα νομικών, ερμηνεύοντας τον νόμο, από τον οποίο οι ζωές τους ρυθμίζονται. Σύμφωνα με την θεωρία του Τόμας Κουν, το δίκαιο αποτελεί “αρσενικό παράδειγμα”, δηλαδή, δημιουργήθηκε από το άρρεν φύλο με βάση τις δικές του εμπειρίες και αντιλήψεις, τις οποίες χρησιμοποιεί ως δείγμα ανθρώπινης εμπειρίας, χωρίς στην πραγματικότητα να λαμβάνει υπόψη τα διαφορετικά βιώματα του συλλογικού υποκειμένου γυναίκες[2].

Σε τι διαφέρει, όμως, η γυναικεία εμπειρία από την αντρική και γιατί το δίκαιο χρειάζεται να την λάβει υπόψη; Για να επιλυθεί αυτό πρέπει και πάλι να στραφούμε στην ιστορική εξέλιξη. Τοποθετούμαστε, λοιπόν, στο “μυθικόδικαιικό” συμβάν που ονομάζουμε “κοινωνικό συμβόλαιο”, δηλαδή στην, κρίσιμη για τις σημερινές μορφές πολιτικής οργάνωσης, διάκριση των εξουσιών και διαμόρφωση της δημοκρατικής πολιτείας[3]. Κατά την διαδικασία αυτή έγινε διάκριση μεταξύ δύο “τομέων” της ανθρώπινης δράσης, την δημόσια σφαίρα και την ιδιωτική. Οι θεωρητικοί του κοινωνικού συμβολαίου (Hobbes, Locke, Rousseau) διατυπώνουν πως ο άνθρωπος, υπογράφοντας το κοινωνικό συμβόλαιο, κατά την πολιτική αλληγορία,  δημιουργεί την πολιτική κοινωνία στην οποία εξέχουσα θέση έχει η δημόσια σφαίρα. Η ιδιωτική σφαίρα συμπληρώνει την δημόσια και βασίζεται στην “φύση”. Οι γυναίκες είναι εκ φύσεως σε αυτό το στάδιο αποκλεισμένες από την δημόσια σφαίρα, γιατί ανήκουν στην ιδιωτική[4].

Εντός, λοιπόν, της ιδιωτικής σφαίρας διαμορφώνονται κάποιες αξίες, κάποια επίκτητα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, που θεμελιώνουν το “κοινωνικό” φύλο της γυναίκας. Αυτές είναι οι λεγόμενες “γυναικείες αξίες”. Μεταξύ αυτών βρίσκεται η μητρική σκέψη (maternal thinking) και η γενικότερη κλίση προς την προστασία των άλλων. Τέτοιες αξίες, φυσικά, δεν γίνεται να απορριφθούν, καθώς είναι απολύτως απαραίτητες για την ανθρώπινη ύπαρξη. Το ζήτημα, όμως είναι πως μια βαθιά ριζωμένη “γυναικεία” αξία είναι η παθητικότητα. Αυτό που οι θεωρητικοί δεν κατόρθωσαν να δουν ήταν η αλληλεπίδραση των δύο σφαιρών, ότι δηλαδή η δημιουργία του ελεύθερου ανθρώπου μέσα στην δημόσια σφαίρα προϋποθέτει την μόνιμη υποταγή της γυναίκας στην ιδιωτική, μια υποταγή που η ίδια δεν συμβιβάζεται με την έννοια της ελευθερίας[5].

Έχουμε, λοιπόν, τις αξίες της ιδιωτικής σφαίρας (μητρική στοργή, φροντίδα αλλά και υποταγή) και έχουμε και τις αξίες της δημόσιας (αποφασιστικότητα, δυναμισμός, σκληρότητα κ.λπ.). Σήμερα, φυσικά, κανείς δεν αναγκάζει την γυναίκα να καθηλωθεί στο σπίτι. Η κοινωνική μετάδοση, όμως, των γυναικείων αξιών ελάχιστα έχει αλλάξει. Οι γυναίκες αναθρέφονται με τρόπο ώστε να εμφυσείται (στην πλειονότητά τους) η ιδέα ότι είναι “υπεύθυνες” για το νοικοκυριό, ανεξαρτήτως αν έχουν ή όχι άλλες ασχολίες. Σύμφωνα με έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, οι γυναίκες που βρίσκονται σε ετεροφυλοφιλική σχέση κατά μέσο όρο καταβάλλουν διπλάσια εργασία μέσα στο σπίτι από τον σύντροφό τους[6]. Παράλληλα οι αξίες της δημόσιας σφαίρας δεν έχουν αλλάξει. Έτσι η γυναίκα που έχει αποκτήσει τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά των “γυναικείων αξιών” μέσα από μια ακούσια διαδικασία κοινωνικοποίησης βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα εργασιακό περιβάλλον ή μια πολιτική σκηνή, εν συνόλω ένα νομοθετικό σύστημα που διέπεται από τις αντίθετες ακριβώς αξίες.

Όπως γίνεται αντιληπτό η αντίφαση αυτή δημιουργεί κάποια προσαρμοστικά προβλήματα στα άτομα γυναικείου φύλου, τα οποία εμποδίζουν την πλήρη κατάκτηση της ιδιότητας του πολίτη.

Ένα καλό παράδειγμα φυλετισμού στον νομικό κόσμο αποτελεί ο κλάδος του εργατικού δικαίου. Το ανταγωνιστικό σύστημα της σύγχρονης αγοράς εργασίας δημιουργεί το μοντέλο του εργαζόμενου που δεν βαρύνεται από οικιακές εργασίες και μπορεί να εναποθέσει τον χρόνο και την προσπάθειά του στην πληρωτή εργασία. Ωστόσο, δεν λαμβάνεται υπόψη ο κοινωνικός παράγοντας της κατεύθυνσης των γυναικών προς την ιδιωτική σφαίρα και τις οικιακές εργασίες, κάτι που ισχύει ακόμα σήμερα. Η απλήρωτη εργασία, αυτή που επιτελεί η γυναίκα στο σπίτι, ανάγεται σε “φυσικό” ρόλο της και καθόλου δεν λαμβάνεται υπόψη στον εργασιακό τομέα, όπου όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν άνδρα υποψήφιο, εφαρμόζονται στους δύο τα ίδια κριτήρια. Η ιδιωτική σφαίρα αποτελεί για το δίκαιο μια “γκρίζα ζώνη” που πρέπει να ρυθμιστεί από τα μέλη της οικογένειας, τα οποία  καταλήγουν συνήθως στην κοινωνική συνθήκη της γυναικείας απλήρωτης εργασίας στο σπίτι. Το δίκαιο δε, στο κομμάτι που εμπίπτει στην ρυθμιστική εξουσία του, αγνοεί αυτή την κοινωνική πραγματικότητα και παρουσιάζεται ως “άφυλο” και ουδέτερο, ενώ οι αυτονόητες και απαραίτητες ρυθμίσεις, όπως άδειες μητρότητας, γίνονται αντιληπτές ως “ευεργετήματα”[7], που μπορεί ακόμη και να δράσουν ανασταλτικά στην προθυμία πρόσληψης γυναικών στην μισθωτή εργασία. Έτσι δημιουργείται το φαινόμενο των “δυαδικών” αγορών εργασίας[8]: δύο “είδη” μισθωτής εργασίας,  το μεν πιο καλοπληρωμένο από το δε. Οι άνδρες απορροφόνται από το πρώτο και οι γυναίκες από το δεύτερο. Σύμφωνα με έρευνες της Eurostat, η Ελλάδα είναι μια από τις ευρωπαϊκές χώρες όπου παρατηρείται μεγάλο χάσμα μεταξύ τις εργασίας των γυναικών και των ανδρών, ενώ εν γένει στην Ευρώπη περίπου το 1/3 των γυναικών βρίσκεται σε καθεστώς ημιαπασχόλησης[9]. Αν ληφθούν, όμως, υπόψη οι συνολικές ώρες γυναικείας απλήρωτης εργασίας, οι γυναίκες καταβάλουν κατά κανόνα περισσότερες ώρες εργασίας[10]. Είναι προφανές ότι το “άφυλο” μοντέλο εργατικού δικαίου έχει αποτύχει στην επίτευξη της ουσιαστικής ισότητας.

Ένα άλλο ζήτημα είναι τα λεγόμενα “gender based crimes”, τα εγκλήματα κατά του φύλου. Είναι τα εγκλήματα που το Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου αναγνώρισε ως υπαγόμενα στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Αποτελούν οποιοδήποτε εγκλήματα διαπράττεται κατά ενός ατόμου λόγω του φύλου του: βιασμός, καταναγκαστική έκδοση σε πορνεία, κλειτοριδεκτομή, καταναγκαστική εγκυμοσύνη, σεξουαλική παρενόχληση[11].

Υπάρχει δε ένα θεμελιώδες κενό το οποίο τονίζουν οι φεμινίστριες νομικοί, ένας όρος που εισήχθη το 1976 από την εγκληματολόγο Diana E.H. Russel: Γυναικοκτονία (femicide). Ο όρος αποτελεί εξειδίκευση της ανθρωποκτονίας, αλλά με τη μορφή αυτοτελούς, ιδιώνυμου εγκλήματος. Συνιστά τον φόνο μιας γυναίκας ή ενός κοριτσιού λόγω του φύλου του. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναγνωρίζει τα εξής είδη γυναικοκτονίας: 

  • Γυναικοκτονία από πρώην ή νυν σύζυγο/σύντροφο του θύματος.
  • Γυναικοκτονίες ως εγκλήματα τιμής εναντίον θηλυκοτήτων που έχουν παραβεί ηθικό/εθιμικό κανόνα.
  • Γυναικοκτονία λόγω προίκας (αυτή αφορά κατά βάση την Ινδία)
  • Γυναικοκτονία από ξένο άτομο που σχετίζεται με σεξουαλική επίθεση ή βιασμό

Περεταίρω έχουν δημιουργηθεί διάφορες υπό-κατηγορίες, όπως την γυναικοκτονία για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού, της οποίας συνήθως προηγείται ο “διορθωτικός” βιασμός. Η συχνότερη δε μορφή γυναικοκτονίας είναι η πρώτη. Σύμφωνα με στοιχεία του Γραφείου Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα “κάθε μέρα δολοφονούνται κατά μέσο όρο 137 γυναίκες από πρώην ή νυν συζύγους ή συντρόφους”[12]

Το συχνό ερώτημα εδώ αφορά την σκοπιμότητα της χρήσης του όρου “γυναικοκτονία”. Για ποιο λόγο να γίνει αυτή η διάκριση; Η αιτία, φυσικά, δεν είναι κάποιου είδους αξιολογική στάθμιση της ζωής ανδρός και γυναίκας, αλλά ο έμφυλος χαρακτήρας του εγκλήματος. Όταν ένας σύζυγος νιώθει την ευχέρεια να δολοφονήσει την γυναίκα του επειδή δεν υποτάχθηκε, όπως προστάζει η φύση της, ή επειδή του “ράγισε την καρδιά” και επιδόθηκε σε ένα “έγκλημα πάθους”, όπως το ονομάζουν συχνά τα ΜΜΕ, ή απλά επειδή είναι άντρας και “χτυπά και σαν άντρας”, αυτό δεν είναι απλά μια δολοφονία. Όταν ένας άνδρας νιώθει ότι μπορεί να δολοφονήσει την κόρη του επειδή δεν ήταν αρκετά σεμνή, να σκοτώσει μια γκέι γυναίκα γιατί κρίθηκε από αυτόν αναγκαία η επαναφορά της κοινωνικής νόρμας που αυτή διατάραξε, αυτό δεν είναι απλά μια δολοφονία. Το θύμα σε καθένα από αυτά τα εγκλήματα, δεν είναι μόνο η ίδια η γυναίκα, αλλά ολόκληρο το συλλογικό υποκείμενο γυναίκα, κάθε γυναίκα. Αιτία της δολοφονίας δεν ήταν η “φυσική” παρόρμηση του άνδρα, αλλά η κοινωνική προσταγή να δράσει με αυτό τον τρόπο εναντίον της “κατώτερης” και κοινωνικά αδύναμης γυναίκας.

Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης αποτελεί το μόνο νομικά δεσμευτικό για τις χώρες που υπέγραψαν κείμενο σχετικά με τις γυναικοκτονίες. Η Σύμβαση αναγνωρίζει την ιδιαίτερη απαξία που προσθέτει ο έμφυλος χαρακτήρας στο έγκλημα την ανθρωποκτονίας και διακρίνει την γυναικοκτονία και την βία κατά των γυναικών ως ξεχωριστή κατηγορία εγκλημάτων. Ωστόσο, για να είναι ουσιαστική η εφαρμογή της σύμβασης θα πρέπει τα κράτη που την επικύρωσαν με νόμο να ρυθμίσουν ανάλογα και το σύστημα ποινικού κολασμού. Η Ελλάδα, όπως και όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, δεν έχει προσαρμόσει την νομοθεσία της αγνοώντας την έκθεση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2014, που καλούσε τα μέλη να προβούν σε νομικό χαρακτηρισμό κάθε δολοφονίας γυναίκας λόγω φύλου ως γυναικοκτονία[13].  

Το πιο “κοντινό” που παρέχει το νομικό μας σύστημα σε “ειδική” ποινική προστασία των θυμάτων έμφυλης βίας είναι το άρθρο 312 του Ποινικού Κώδικα (σωματική βλάβη κατά αδυνάμων προσώπων) σε συνδυασμό με τον Ν3500/2006 για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας. Το άρθρο του ΠΚ από μόνο του δεν τονίζει τον έμφυλο χαρακτήρα της πράξης ρητά και ενώ θα μπορούσε να θεωρεί ότι εφαρμόζεται κατ΄αναλογία ο Ν3500/2006, αυτό χρήζει αμφισβήτησης. Στην Ελλάδα υπάρχει Παρατηρητήριο της Ισότητας Φύλων της Γενικής Γραμματείας Ισότητας Φύλων, το οποίο, όμως, δεν περιλαμβάνει κανένα δείκτη για τις γυναικοκτονίες[14].

Εν ολίγοις, η ειδική ποινική προστασία των θυμάτων έμφυλης βίας είναι μικρή, οι γυναικοκτονίες δεν έχουν αναγνωριστεί ως ιδιώνυμο έγκλημα έμφυλου χαρακτήρα, τα ΜΜΕ αποδίδουν τις γυναικοκτονίες σε πάθος/ έρωτα και τα περισσότερα δικαστικά συστήματα συνεχίζουν να αποδίδουν την ευθύνη για τις ενέργειες των ανδρών στις γυναίκες και το ντύσιμό τους ή την συμπεριφορά τους, χωρίς να δείχνουν την ίδια προθυμία να δεχθούν την άμυνα των γυναικών που κατηγορούνται για δολοφονία των κακοποιητικών συντρόφων τους[15].  

Τέλος, μια πρόσφατη προσθήκη της φεμινιστικής-νομικής θεωρίας του τρίτου κύματος: Το κράτος “πρόνοιας” παράσχει στην γυναίκα ακριβώς ό,τι και στον άνδρα, αγνοώντας τις διαφορετικές ανάγκες του γυναικείου σώματος. Σε πολλές περιπτώσεις δε, ασκεί έλεγχο πάνω στο σώμα με την υπερβολική συρρίκνωση ή ολική κατάργηση του πεδίου νομιμότητας της άμβλωσης. Σε άλλες περιπτώσεις υπερ-φορολογεί προϊόντα που, δεν θα έπρεπε καν να κοστολογούνται Πρόκειται για τα προϊόντα γυναικείας υγιεινής[16], βασικό αγαθό για κάθε γυναίκα, τα οποία μόνο η Σκωτία έχει αποφασίσει να προσφέρει στις κατοίκους της χωρίς κόστος[17].

Το αίτημα, λοιπόν, είναι σαφές: ριζική αναμόρφωση το διακαιικού συστήματος. Οι γυναίκες είναι ένα ξεχωριστό υποκείμενο και το δίκαιο οφείλει να τις αντιμετωπίζει αυτοτελώς και όχι πάντα εν συγκρίσει με τον άντρα.

 Βιβλιογραφία:


[1] “Φύλο και Δίκαιο: Η προβληματική της βαρύτητας των νομικών ρυθμίσεων στις έμφυλες κοινωνικές σχέσεις”, Γιώτα Κραβαρίτου, σελίδα 18, 26, 32

[2] “Φύλο και Δίκαιο: Η προβληματική της βαρύτητας των νομικών ρυθμίσεων στις έμφυλες κοινωνικές σχέσεις”, Γιώτα Κραβαρίτου, σελίδα 22, 50

[3] “Φύλο και Δίκαιο: Η προβληματική της βαρύτητας των νομικών ρυθμίσεων στις έμφυλες κοινωνικές σχέσεις”, Γιώτα Κραβαρίτου, σελίδα 97.

[4] “Φύλο και Δίκαιο: Η προβληματική της βαρύτητας των νομικών ρυθμίσεων στις έμφυλες κοινωνικές σχέσεις”, Γιώτα Κραβαρίτου, σελίδα 98-99

[5] “Φύλο και Δίκαιο: Η προβληματική της βαρύτητας των νομικών ρυθμίσεων στις έμφυλες κοινωνικές σχέσεις”, Γιώτα Κραβαρίτου, σελίδα 25, 101, 105-17

[6] https://stats.oecd.org/index.aspx?queryid=54757

[7] “Φύλο και Δίκαιο: Η προβληματική της βαρύτητας των νομικών ρυθμίσεων στις έμφυλες κοινωνικές σχέσεις”, Γιώτα Κραβαρίτου, σελ 29-31, 74

[8] “Φύλο και Δίκαιο: Η προβληματική της βαρύτητας των νομικών ρυθμίσεων στις έμφυλες κοινωνικές σχέσεις”, Γιώτα Κραβαρίτου, σελίδα 161

[9] https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/file_import/european-semester_thematic-factsheet_labour-force-participation-women_el.pdf

[10] https://stats.oecd.org/index.aspx?queryid=54757

[12] “Γυναικοκτονίες: διαπιστώσεις, ερωτήματα και ερωτηματικά.” Γεωργία Πετράκη, σελίδα 12-14, 19-21, 24-25, 61

[13] “Γυναικοκτονίες: διαπιστώσεις, ερωτήματα και ερωτηματικά.” Γεωργία Πετράκη, σελίδα 24

[14] “Γυναικοκτονίες: διαπιστώσεις, ερωτήματα και ερωτηματικά.” Γεωργία Πετράκη, σελίδα 48-49

[15] “Γυναικοκτονίες: διαπιστώσεις, ερωτήματα και ερωτηματικά.” Γεωργία Πετράκη, σελίδα 62-63

[16] “Title IX & Menstruation”,  Margaret E. Johnson, Emily Gold Waldman, and Bridget J. Crawford, σελίδα 276

[17] https://www.bbc.com/news/uk-scotland-scotland-politics-51629880

One thought on ““ΝΟΜΙΚΟΣ” ΦΕΜΙΝΙΣΜΟΣ

Leave a comment